Η μαστοπηξία ή αλλιώς ανόρθωση μαστών πρόκειται για μια χειρουργική επέμβαση που αφορά σε ασθενείς οι οποίες δεν είναι ικανοποιημένες με το σχήμα των μαστών τους αλλά δεν επιθυμούν να αλλάξουν το μέγεθος τους. Συνήθως οι μαστοί είναι πτωτικοί είτε λόγω θηλασμού και τεκνοποίησης είτε λόγω ηλικίας. Πιο σπάνια μπορεί να αφορά και σε νεότερες ασθενείς
Η ανόρθωση των μαστών μπορεί να γίνει με πολλές και διαφορετικές τεχνικές. Στόχος είναι πάντα η άρση της θηλή και της θηλέας άλω σε μια ψηλότερη θέση έτσι ώστε να βρίσκεται στο κέντρο του μαστού και η βελτίωση του σχήματος του μαστού. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να συνδυαστεί και με την τοποθέτηση ενθέματος σιλικόνης για τις κύριες που επιθυμούν ένα ιδιαίτερα πλούσιο και τονισμένο μπούστο και επιθυμούν ταυτόχρονα και μια αύξηση του μεγέθους των μαστών.
Το χειρουργείο περιλαμβάνει μια τομή γύρω από τη θηλέα άλω η οποία επεκτείνεται προς τα κάτω, δηλαδή προς την υπομάστιο πτυχή καθώς και μια τομή κατά μήκος αυτής. Σε κάποιες περιπτώσεις η τομή στην υπομάστιο μπορεί να αποφευχθεί. Δια μέσου της τομής αυτής επιτυγχάνεται η ανόρθωση του μαστού και η τοποθέτηση ενθέματος εφόσον έχει αποφασιστεί κάτι τέτοιο.
Η αποθεραπεία μετά από μια επέμβαση μαστοπηξίας είναι σχετικά ανώδυνη. Απαραίτητη κρίνεται η παραμονή στην κλινική για ένα συνήθως βράδυ. Σε ορισμένες περιπτώσεις τοποθετούνται παροχετεύσεις που αφαιρούνται σε μια με δύο ημέρες. Τα ράμματα είναι απορροφήσιμα και κατά συνέπεια δε χρειάζεται να αφαιρεθούν. Μετά το χειρουργείο και για ένα μήνα εφαρμόζεται πιεστική περίδεση(αθλητικός στηθόδεσμος) ενώ απαγορεύεται η έντονη σωματική καταπόνηση για ένα μήνα. Η αποχή από την εργασία δεν ξεπερνά τις δύο εβδομάδες.
Η οδήγηση καλό είναι να αποφεύγεται μέχρι πλήρη υποχώρηση των συμπτωμάτων.
Τις δύο με τρεις πρώτες ημέρες μετά το χειρουργείο συνίσταται ξεκούραση. Μια ημέρα μετά την αφαίρεση των παροχετεύσεων επιτρέπεται η διαβροχή των τραυμάτων ενώ μετά την πρώτη εβδομάδα επιτρέπεται κάποια ήπια δραστηριότητα όπως περπάτημα.
Στις δύο εβδομάδες ακολουθεί μια επίσκεψη στον ιατρό για παρακολούθηση της μετεγχειρητικής πορείας και έλεγχο των τομών.
Στη συνέχεια πραγματοποιείται ένα ακόμα ραντεβού στους 3 μήνες όπως επίσης και στο τέλος του πρώτου έτους από την επέμβαση